Μη φεύγετε κύριε Ευχέτη – Νίκος Κουτσιανάς
Είναι αυτονόητο νομίζω, πως δεν θα μιλήσω σαν ειδικός στη λογοτεχνία, αλλά ως υποψιασμένος αναγνώστης, με κριτική ματιά. Κυρίαρχη διαπίστωσή μου: Η ανάγνωση του βιβλίου «Μη φεύγετε κύριε Ευχέτη», χαρίζει πολύπλευρη αισθητική απόλαυση.
Με ρώτησαν: Για ποιο πράγμα μιλάει ο Δουατζής στο νέο του βιβλίο; Και αυθόρμητα απάντησα: Για ποιο πράγμα δεν μιλάει να με ρωτάτε. Κι αυτό, διότι η γραφή του σε παρασύρει, σε κάθε σελίδα, σε κάθε παράγραφο, να σκεφτείς κάτι ακόμα και μετά κάτι άλλο, βάζοντας τον αναγνώστη σε ένα γοητευτικό ταξίδι. Φυσικά, δεν θα μπορούσαν να λείπουν από τις σελίδες του η ποίηση, η πολιτική και η δημοσιογραφία.
Από τα βασικά πράγματα που κατά τη γνώμη μου δικαιολογούν την ύπαρξη αυτού του βιβλίου, είναι ότι στις σελίδες του, ο αναγνώστης θα βρει πολλές φορές τον εαυτό του. Βρήκα τις κρυμμένες παιδικές ευαισθησίες μου, τις σκέψεις μου για την επιβίωση στη ζούγκλα της καθημερινότητας. Ταυτίστηκα συχνά και με την αίσθηση πρόσληψης των ηρώων του βιβλίου, σε περιγραφές καταστάσεων και αισθημάτων. Και με έκπληξη ανακάλυψα ότι συμπίπτω με τον Ευχέτη κυρίως, σε αρχές και αξίες ζωής. Αξίες, τις οποίες θεωρώ αναγκαίες στον σύγχρονο άνθρωπο, για να ζήσει αυτός τη ζωή και να μην αφήσει να τον ζήσει εκείνη.
Είπα αρχές και αξίες… Πιστεύω ότι ο Δουατζής οικοδομεί, στηρίζει και υποστηρίζει ένα σύστημα αξιών, εφικτό για το μέσο άνθρωπο. Με πρωταρχικό μέλημα το δόσιμο στους άλλους. Κάπου μάλιστα το λέει ευθέως, πως ίσως μοναδική δικαιολογία, επιβεβαίωση ύπαρξης, είναι το να δίνεις στους άλλους.
Με κέρδισε αυτό το βιβλίο για αρκετούς λόγους. Ένιωσα πως δεν είμαι μόνος, αλλά έχω συνοδοιπόρους στις αναζητήσεις μου. Με βοήθησε να κάνω πιο συγκεκριμένες κάποιες σκέψεις. Με έκανε να δω με άλλη ματιά ορισμένα πράγματα. Με κέντρισε σε φιλοσοφικό επίπεδο να ανοιχτώ σε νέους ορίζοντες. Και αυτό είναι ένα όμορφο στοιχείο στα κείμενα του Δουατζή. Σου λέει: Να οι σκέψεις μου, να ο μόχθος μου, δεν διεκδικώ καμία αλήθεια μου ως μοναδική, πάρε ό,τι θέλεις και δούλεψέ το στα δικά σου μέτρα.
Θα σας αναφέρω ένα ενδεικτικό παράδειγμα. Εντόπισα στο έργο του τους όρους «Γενναίος, αντρειωμένος, άγιος». Όρους για τους οποίους ο Ευχέτης διευκρινίζει:
«Δεν είναι σκληρότητα να έχεις στόχους και να βελτιώνεσαι. Χωρίς αυτά τα χαρακτηριστικά, δεν μπορώ να διανοηθώ ύπαρξη δημιουργού. Βεβαίως αυτοί οι όροι, αυτές οι ιδιότητες, αφορούν σε κατασκευές μου, όπως κάθε άνθρωπος κατασκευάζει φωλιές για να κουρνιάζει».
Και παρακάτω, νομίζω αξίζει να σας μεταφέρω τα σημεία:
«Με τη δική μου ματιά, – λέει – γενναίος είναι ο δημιουργός που τολμά, που ανοίγει δρόμους, και παλεύει με τις νέες αλήθειες. Που έχει το κουράγιο να δέχεται ότι κάθε αλήθεια είναι από τη φύση της αυτοαναιρούμενη, και δεν μπορείς να στηρίζεσαι ανέμελος πάνω της. Γενναίος, είναι αυτός που γεύεται τη ζωή άφοβα, σε όλες της τις εκφάνσεις. Που ενδίδει στα πάθη του
Αντρειωμένος είναι αυτός έχει αποδεχτεί την εμπειρία του γενναίου. Είναι αυτός, που θέτει σεμνά το ανάστημα του στην υπηρεσία των άλλων, τις κρίσιμες ιστορικά στιγμές, όταν δοκιμάζονται η ελευθερία, η δημοκρατία, η ειρήνη, τα ανθρώπινα ιδανικά. Είναι ο ίδιος, που βυθιζόμενος στη γνώση, έχει τη δύναμη να επιλέγει τη σιωπή… Άλλωστε στο άλλο βιβλίο του «Τα Μικρά», πρώτος αφορισμός του είναι: Όταν φτάσεις στη σιωπή θα ξέρεις.
Η λέξη άγιος, είναι αρχαιοελληνική, και κατά τα λεξικά σημαίνει αυτόν που δεν έχει ηθικές ατέλειες, που προκαλεί το σεβασμό. Μπορεί να υπάρχει αγιοσύνη, πέρα από τις θρησκείες. Μπορεί κάποιος να έχει στόχους υψηλούς. Να αγαπάει πραγματικά, σε βάθος, τον άνθρωπο. Να μην έχει νιώσει ποτέ μίσος, ζήλια, φθόνο, κακία, μικροψυχία».
Και σε άλλο σημείο λέει ο Ευχέτης: «Πιστεύω πράγματι σε μια αριστοκρατία του πνεύματος, που απαρτίζεται από αυτούς που χαρακτηρίζω γενναίους. Η οποία αριστοκρατία δεν έχει να κάνει με κοινωνικούς, ταξικούς διαχωρισμούς, με φυλή, φύλο, ηλικία, εμφάνιση και άλλα. Είναι αυτοί οι ελάχιστοι, που παλεύουν τις νύχτες παράγοντας έργο. Οι τολμηροί, που δε φοβούνται την αλήθεια της ζωής και της τέχνης τους. Αυτοί, που δεν ντρέπονται για τις ευαισθησίες τους και τις προβάλλουν δημόσια. Ξέρεις πόση γενναιότητα απαιτούν όλα αυτά;»
Το βιβλίο «Μη φεύγετε κύριε Ευχέτη», ήρθε σε μια κρίσιμη εποχή για την κοινωνία, την οικονομία, την πολιτική, τον πολιτισμό. Μια εποχή με διάχυτη την ανασφάλεια και το φόβο, όπου πρότυπα και αξίες καταρρέουν και όλα ζητούν να προσδιοριστούν ξανά. Και ίσως δεν είναι τυχαίο ότι ολόκληρο το βιβλίο διαπερνά μια προβληματική για την πολιτική. Βγαίνει ολόγλυφη η άποψη του Δουατζή, για συνεχή εγρήγορση όλων, για να μην εξουσιάζονται αλλά να κυβερνώνται, για να μην υποκύπτουν αλλά να αγωνίζονται, για να να μην χάνουν την πίστη σε ιδανικά, να μην απογοητεύονται, αλλά να πιστεύουν σε έναν καλύτερο, δικαιότερο, ανθρώπινο κόσμο.
Λέει: «Άρχισα την εκφώνηση άκρως πολιτικού λόγου, άρχισα να τους μιλάω για τη μοναξιά, την κατάθλιψη και για αυτοκτονίες», προφανώς θέλοντας να τονίσει την ανθρώπινη υπόσταση, έναντι της τεχνοκρατικής αντίληψης στην πολιτική. Και αλλού: «Η με κάθε τρόπο αφύπνιση της σκέψης, της κρίσης, η διεύρυνση της γνώσης, όλα αυτά, είναι μέγιστη προσφορά και άκρως πολιτική. Γι αυτό υποβαθμίζονται. Για να είναι χειραγωγήσιμος ο λαός. Το μυαλό τρέμουν οι εξουσιάζοντες και όχι μια αντίπαλη πολιτική δύναμη, ένα κόμμα που λειτουργεί με τα δικά τους μέτρα».
Και ο δημοσιογράφος συνομιλητής του, συμπληρώνει: «Κομματική ένταξη μπορεί να έχει ο καθένας. Να πολιτικολογεί με κουβέντες καφενείου, μπορεί οποιοσδήποτε. Να υπεραμυνθεί αξιών ζωής και να αφυπνίσει με το έργο του, μπορεί ο καθένας;»
Το βιβλίο αυτό, είναι πολυδιάστατο. Κατά τη γνώμη μου δεν είναι ένα απλό έργο λογοτεχνίας, αλλά έργο πολλαπλής δυναμικής. Είναι ένα μυθιστόρημα, με έντονο ποιητικό λόγο, που προκαλεί σε μεγάλα ταξίδια του νου. Παράλληλα έχει στιγμές άκρως ερωτικές. Τελειώνω με μια φράση του Ευχέτη: «θεωρώ – λέει – ότι είναι ανάπηρος όποιος δεν συγκλονίστηκε από τον έρωτα, δεν χάθηκε μέσα στις δονήσεις του».
Σας συνιστώ να μην χάσετε τις συναισθηματικές και νοητικές δονήσεις που προσφέρει η ανάγνωση του βιβλίου «Μη φεύγετε κύριε Ευχέτη». Και λέω με τη σειρά μου: Μη φεύγετε κύριε Δουατζή από το χώρο της ποίησης και της λογοτεχνίας. Σας χρειαζόμαστε ακόμα.